Πανεκπαιδευτικό Συλλαλητήριο Τετάρτη 28 Ιουλίου – 18:00 Βουλή

Tο πολυνομοσχέδιο εμπορευματοποίησης του δημόσιου σχολείου, της αξιολόγησης και της πειθάρχησης ΔΕ θα περάσει!

Το νέο αντιεκπαιδευτικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης και του Υπουργείου Παιδείας με τον παραπλανητικό τίτλο «Αναβάθμιση του Σχολείου και Ενδυνάμωση των Εκπαιδευτικών» ψηφίζεται την Τετάρτη 28/7 στη Βουλή. Τα σωματεία εκπαιδευτικών, οι σύλλογοι γονέων, οι μαθητ(ρι)ές, τα σωματεία εργαζομένων με δυναμικές και μαζικές κινητοποιήσεις σε όλη τη χώρα διαδηλώνουν και αντιστέκονται ενάντια στην επιλογή της κυβέρνησης και του Υπουργείου Παιδείας να φέρει για ψήφιση μέσα στο κατακαλόκαιρο το βαθιά αντιεκπαιδευτικό νομοσχέδιο.

Η προκλητική στάση της κυβέρνησης και του Υπ. Παιδείας αποτελεί συνέχεια του καταιγισμού μέτρων και νομοθετημάτων που ελήφθησαν εν μέσω πανδημίας, όπως η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, η Τράπεζα Θεμάτων, οι αλλαγές στην Γ΄ Λυκείου,  ο τρόπος πρόσβασης, οι περικοπές αντικειμένων , η θεσμοθέτηση των εργαστηρίων δεξιοτήτων και μάλιστα από το Νηπιαγωγείο, η αύξηση του αριθμού μαθητών στις τάξεις και η «αυτοαξιολόγηση» του σχολείου. 

Οι 238 σελίδες του συνεχίζουν, συμπυκνώνουν και εμβαθύνουν όλες τις αντιεκπαιδευτικές  αναδιαρθρώσεις  που προώθησαν ανεξαιρέτως και ανεπιτυχώς  όλες οι  προηγούμενες κυβερνήσεις,  από τη Διαμαντοπούλου και το πόρισμα Λιάκου, μέχρι την αξιολόγηση του Αρβανιτόπουλου και του Γαβρόγλου,  με στόχο  να υποτάξουν το σχολείο στις κατευθύνσεις ΕΕ -ΟΟΣΑ -Παγκόσμιας Τράπεζας, του ΣΕΒ και  των εργοδοτικών ενώσεων για έναν μελλοντικό εργαζόμενο φθηνό, ευέλικτο και προσαρμοσμένο στις δικές τους ανάγκες για κερδοφορία, για ένα σχολείο πιο φθηνό για το κράτος και πιο «φιλικό» για τις επιχειρήσεις.

Αποτελεί  βαθιά αντιδραστική τομή, με δομικές αλλαγές στη λειτουργία και το περιεχόμενο του σχολείου, με επιτάχυνση προς τις δεξιότητες και την κατάρτιση,  με την «αυτονομία» από το δημόσιο – δωρεάν χαρακτήρα του και την πρόσδεσή του σε κανόνες επιχειρηματικής λειτουργίας , την «αυτονομία» από τις μορφωτικές ανάγκες όλων των μαθητών, τη δραματική όξυνση των μορφωτικών ανισοτήτων και τον αποκλεισμό χιλιάδων νέων από την πανεπιστημιακή εκπαίδευση, με την αξιολόγηση ως εργαλείο για την αύξηση των ταξικών φραγμών και την αποτελεσματική επιβολή της αντιεκπαιδευτικής πολιτικής στους μαθητές και την κατάταξη μαθητών, σχολείων και εκπαιδευτικών σε ένα πλαίσιο φόβου, υποταγής και αποτελεσματικής πειθάρχησης στους παραπάνω στόχους. Και όλα αυτά πάνω σε ένα ιδεολογικό πεδίο που προτάσσει την «αριστεία» που δεν μπορεί παρά να είναι προνόμιο των λίγων και σε συνάρτηση πάντα με την ατομική ευθύνη. 

Οι βασικοί άξονες του νομοσχεδίου οι οποίοι συνδέονται και αλληλοτροφοδοτούνται είναι οι ακόλουθοι:

1. Διεύρυνση και ισχυροποίηση του μηχανισμού ελέγχου, εποπτείας  και πειθάρχησης με ρυθμίσεις που αφορούν τις δομές και τα στελέχη της εκπαίδευσης εντός και εκτός της σχολικής μονάδας.

Η κυβέρνηση διατηρεί τη λογική και εξειδικεύει τις προηγούμενες δομές εκπαίδευσης του ν. 4547/18 (ΣΥΡΙΖΑ). Ταυτόχρονα, όμως, διαμορφώνει τον μηχανισμό που θα τρέξει την προώθηση των διαδικασιών της αξιολόγησης και τον έλεγχο της προώθησης της αντιεκπαιδευτικής πολιτικής.

Η κυβέρνηση επιδιώκει να δημιουργήσει ένα «σώμα» προθύμων που θα αναλάβει το τρέξιμο όλων των διαδικασιών της αξιολόγησης αλλά και την ίδια την αξιολόγηση. Αυτή η «ανάγκη» προωθείται μέσα από τα πολλά επίπεδα στελεχών που δημιουργούνται.

Η ήδη υπάρχουσα διοικητική πυραμίδα διευρύνεται  με τη δημιουργία νέων  διοικητικών   αξιολογικών  δομών και στελεχών. Πρόκειται για τους Περιφερειακούς Επόπτες Ποιότητας της Εκπαίδευσης, το Περιφερειακό Συμβούλιο Εποπτών, τους Επόπτες Ποιότητας της Εκπαίδευσης ανά Διεύθυνση Εκπαίδευσης, τους  Συμβούλους Εκπαίδευσης που αντικαθιστούν τους Συντονιστές. Παράλληλα ένα  ενδοσχολικό δίκτυο καθοδήγησης, εποπτείας και ελέγχου στήνεται μέσα στο σώμα του συλλόγου διδασκόντων με τους συντονιστές τάξεων/γνωστικού αντικειμένου, τους μέντορες, τους υπεύθυνους εκπαιδευτικών ομίλων (άρθρα 84, 87, 88) με απόφαση του Διευθυντή/προϊσταμένου της σχολικής μονάδας  και στο πλαίσιο μιας ιδιότυπης ιεραρχίας για τη διάχυση του ελέγχου και της λογοδοσίας, ως άμεσοι κρίκοι υλοποίησης της κυβερνητικής πολιτικής. Οι θέσεις ευθύνης των εκπαιδευτικών στο σχολείο είναι άμισθες αλλά ανταποδοτικές (μόρια για θέση στελέχους, κριτήριο αξιολόγησης) δημιουργώντας συνθήκες προσβολής της συνοχής του συλλόγου διδασκόντων και του πνεύματος αλληλεγγύης μεταξύ των συναδέλφων, διαμορφώνοντας  κλίμα συνεχούς ελέγχου, φόβου και υποταγής, ανταγωνισμού και αντιπαραθετικής λειτουργίας,  εξατομίκευσης της στάσης του καθενός ώστε να αποτρέψει την οποιαδήποτε επιχείρηση συλλογικής αντίδρασης και αντίστασης απέναντι στην εφαρμογή αυτών των μέτρων.

Με τις νέες αρμοδιότητες και εξουσίες που ανατίθενται στον/στην Διευθυντή/ντρια της σχολικής μονάδας, επιχειρείται να καταργηθεί ολοκληρωτικά ο ρόλος του συλλόγου διδασκόντων, του κυρίαρχου  δημοκρατικού θεσμικού οργάνου της σχολικής μονάδας, με την πλήρη λειτουργική αφαίμαξή του (άρθρα 82, 83, 86,95) ενώ ακόμη και εκεί που αποδίδεται ρόλος στον Σ.Δ., αυτός δεν είναι αποκλειστικού χαρακτήρα καθώς εάν δεν τελεσφορήσει κάποια απόφαση, αυτήν την παίρνει και πάλι ο Διευθυντής (άρθρα 85, 94, 96). Αποκτά  αποκλειστική αρμοδιότητα σχεδιασμού και υλοποίησης της ενδοσχολικής επιμόρφωσης εκτός διδακτικού ωραρίου με θεματολογία και φορέα της επιλογής του (άρθρο 90) και  πειθαρχικού ελέγχου των εκπαιδευτικών με αρμοδιότητα έγγραφης επίπληξης (άρθρο 91). 

Ξεπερνώντας δε κάθε νοσηρή φαντασία με το άρθρο 97 αποδίδεται σε αυτόν η αρμοδιότητα να προβεί σε όσες από τις ενέργειες της αρμοδιότητας του συλλόγου διδασκόντων εξακολουθούν να παραλείπονται και οι οποίες έχουν σχέση με την αυτοαξιολόγηση, τον προγραμματισμό και τις ομάδες δράσεων επαγγελματικής ανάπτυξης. Με λίγα λόγια  δηλαδή δίνει την αρμοδιότητα στον διευθυντή να προχωρήσει μόνος του στον προγραμματισμό – αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας, ορίζοντας μόνος του και τις ομάδες, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να ακυρώσει  ουσιαστικά πλήρως το αποτέλεσμα της απεργίας –  αποχής! 

2. Ατομική αξιολόγηση στελεχών και εκπαιδευτικών :  Εργαλείο πειθάρχησης και υποταγής

Η «ατομική αξιολόγηση» αποτελεί συνέχεια της αξιολόγησης των σχολικών μονάδων που συνάντησε την καθολική αντίθεση των εκπαιδευτικών. Προβλέπεται  «σκληρή» αριθμητική αξιολόγηση των στελεχών της εκπαίδευσης  με βάση την κλίμακα του 100 (άρθρο 58) και μάλιστα με ποινές αντικατάστασης ή και αποκλεισμού από τις διαδικασίες επιλογής. Εμφανίζεται ξανά η περιβόητη «τροπολογία Γεροβασίλη» του ΣΥΡΙΖΑ και στην εκπαίδευση, αφού αν ένας εκπαιδευτικός για οποιοδήποτε λόγο δεν πάρει μέρος στις διαδικασίες της αξιολόγησης (είτε σχολείου, είτε ατομική) αποκλείεται από την επιλογή στελεχών για τα επόμενα 8 χρόνια (άρθρο 29). Δημιουργεί  έτσι τις προϋποθέσεις για άκαμπτη  αυταρχική επιβολή της κυβερνητικής πολιτικής στη βάση των εκπαιδευτικών, εφόσον η επιβίωση των στελεχών θα εξαρτάται από την αποτελεσματικότητα εφαρμογής αυτής της πολιτικής από τους υφισταμένους τους. 

Οι εκπαιδευτικοί θα αξιολογούνται (άρθρα 63 έως 78)  σε τετράβαθμη κλίμακα στην οποία το έργο τους διαβαθμίζεται από μη ικανοποιητικό, σε ικανοποιητικό, πολύ καλό ή εξαιρετικό, σε τρία πεδία  που καλύπτουν κάθε  πλευρά της παιδαγωγικής και υπηρεσιακής τους δραστηριότητας.

Αναλυτικότερα αξιολογείται: Α1) το διδακτικό και παιδαγωγικό έργο του εκπαιδευτικού, στο πλαίσιο της γενικής και ειδικής διδακτικής του γνωστικού αντικειμένου: Προετοιμασία διδασκαλίας, Ετοιμότητα ως προς το γνωστικό αντικείμενο, Διδακτική μεθοδολογία και πρακτικές, από τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Α2) Παιδαγωγικό κλίμα και διαχείριση της τάξης, Αναστοχασμός – Αυτοαξιολόγηση του εκπαιδευτικού, από τον Διευθυντή/Προϊστάμενο  της σχολικής μονάδας και Β) η υπηρεσιακή συνέπεια και η επάρκεια του εκπαιδευτικού:  Συνέπεια και ενδιαφέρον κατά την εκτέλεση των υπαλληλικών υποχρεώσεών του, ενεργός συμμετοχή στη λειτουργία της σχολικής μονάδας και στην αυτοαξιολόγησή της, συνεργασία με τον Διευθυντή και τους συναδέλφους,  επικοινωνία και συνεργασία με γονείς και φορείς, από τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας και τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης.

Αυτή η  αξιολόγηση  της δήθεν ενδυνάμωσης του εκπαιδευτικού, σε αντίθεση με όσα δηλώνει η υπουργός Παιδείας είναι  ξεκάθαρα  τιμωρητική. Χαρακτηριστικά, το έργο των δόκιμων εκπαιδευτικών και μελών του Ε.Ε.Π. και Ε.Β.Π. αξιολογείται ανά έτος, και στην περίπτωση που αξιολογηθεί ως «μη ικανοποιητικό» στη λήξη της δοκιμαστικής περιόδου, ο εκπαιδευτικός δεν μονιμοποιείται ( άρθρο 74) ενώ σύμφωνα με τον Δημοσιοϋπαλληλικό Κώδικα προβλέπονται  διαδικασίες απόλυσης όταν ένας εκπαιδευτικός καταταχθεί για δυο συνεχόμενες φορές στην τελευταία κλίμακα!

Παράλληλα η ανάρτηση και δημοσιοποίηση σε ηλεκτρονική πλατφόρμα δεδομένων και στοιχείων – κριτηρίων όπως ο ηλεκτρονικός φάκελος εκπαιδευτικού με όλα τα τεκμήρια των δράσεων του,  αξιολογική έκθεση όλων των αξιολογητών,  έκθεση αυτοαξιολόγησης του εκπαιδευτικού (άρθρο 76) εκθέτει με άμεσο τρόπο σε κατηγοριοποίηση τόσο τους εκπαιδευτικούς όσο και τις σχολικές μονάδες.

Εσχάτως δε ακούσαμε την Υπουργό Παιδείας να απειλεί  ανοιχτά και απροκάλυπτα  με μισθολογική καθήλωση και παρακράτηση μισθού όσους εκπαιδευτικούς αρνηθούν την αξιολόγηση! 

3. Αυτονομία της σχολικής μονάδας

Πρόκειται για έναν όρο που προβάλλεται εδώ και τρεις δεκαετίες από τον εκπαιδευτικό νεοφιλελευθερισμό και έχει συμπεριληφθεί στα  πορίσματα του Εθνικού Διαλόγου για την Παιδεία του ΣΥΡΙΖΑ. Η ενίσχυση της λεγόμενης «αυτονομίας» του σχολείου αφορά αφενός την παιδαγωγική διάσταση της λειτουργίας του σχολείου, την επιχείρηση βαθιάς τομής στο περιεχόμενο και τις στοχεύσεις του, όσο και στη συνολική λειτουργία. Οδηγούμαστε σε μεγαλύτερη διαφοροποίηση των σχολείων σε όλα τα επίπεδα, στην ακόμα μεγαλύτερη ταξική κατηγοριοποίηση, στην ένταση των φραγμών στη μόρφωση, ιδιαίτερα των παιδιών των πιο φτωχών οικογενειών. Η κάλυψη ακόμα και στοιχειωδών αναγκών των σχολείων, των μαθητών και των εκπαιδευτικών γίνεται επιχειρηματική και «ατομική» υπόθεση. Ανοίγει ο δρόμος για την οριστική απαλλαγή του κράτους ακόμα και από τις προσλήψεις εκπαιδευτικών, κάτι που άλλωστε το επιδιώκουν διακαώς (βλ. έκθεση Πισσαρίδη). Έχουμε πείρα από την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στους ήδη «αυτονομημένους» τομείς της λειτουργίας του σχολείου (π.χ. καθαρίστριες κ.α.).

Η εισαγωγή της δυνατότητας επιλογής διδακτικών βιβλίων (πολλαπλό βιβλίο) ακόμα και ανάμεσα στα τμήματα της ίδιας τάξης ενός σχολείου, αποτελεί  παραπλανητική ρύθμιση καθώς το πλαίσιο και οι στόχοι της διδασκαλίας  είναι ενιαίοι και κεντρικά καθορισμένοι,  διαμορφώνοντας ωστόσο συνθήκες κατηγοριοποίησης της παρεχόμενης γνώσης ανάλογα και με το «επίπεδο» της τάξης, διόγκωσης  των  ανισοτήτων, καθώς μπορεί να διαφοροποιείται ακόμα περισσότερο το τι μαθαίνει ο κάθε μαθητής με το βιβλίο των «πολλών επιπέδων» για «καλούς», «μέτριους» και «κακούς» μαθητές, (άρθρα 79 & 80).  Δίνεται  μάλιστα η αντίστοιχη δυνατότητα μέσω των κριτηρίων κατανομής μαθητών στα τμήματα (άρθρο 85). Παράλληλα ανοίγει δρόμος εμπορευματοποίησης του σχολικού βιβλίου, πεδίο μεγάλων κερδών για τους εκδοτικούς οίκους.

Παράλληλα, μεταξύ άλλων μέτρων, προβλέπεται η «αυτονομία» στην Οργάνωση της Διδασκαλίας με τη χρήση της μεθόδου της ανεστραμμένης τάξης. Με λίγα λόγια επιδιώκεταιη βασική διδασκαλία να πραγματοποιείται στο σπίτι με την παρακολούθηση βίντεο, ψηφιακές προβολές από πλατφόρμες, χρήση ψηφιακού υλικού για ανάγνωση,  ενώ στο σχολείο ο χρόνος θα αφιερώνεται στην εμπέδωση και πρακτική εφαρμογή των όσων οι μαθητές έχουν διδαχτεί δια της ηλεκτρονικής οδού. Υπονομεύεται έτσι η μόρφωση για τους πολλούς, αποδίδοντας ταυτόχρονα ατομικά στον μαθητή και την οικογένειά του την ευθύνη για την πρόοδό του, προβάλλοντας το δόγμα του ΟΟΣΑ « δεν μπορούν και δεν χρειάζεται όλοι να μορφωθούν». Η αξιολόγηση των μαθητών (άρθρο 81) συνδέεται άμεσα με το παραπάνω δόγμα, και με το άρθρο 97 θεσπίζεται η ελληνική PISA, δηλαδή, πανελλαδικές εξετάσεις στην Στ΄ Δημοτικού και στην Γ΄ Γυμνασίου στη Γλώσσα και στα Μαθηματικά θα δίνουν αποτελέσματα αποτελώντας αξιολογικό εργαλείο για  την πορεία υλοποίησης των προγραμμάτων σπουδών και τον βαθμό επίτευξης των προσδοκώμενων μαθησιακών αποτελεσμάτων που θα ενοχοποιούν τους  εκπαιδευτικούς, τους μαθητές, τους γονείς για την ενδεχόμενη αποτυχία του σχολείου και απενοχοποιώντας τις κοινωνικές ανισότητες και τις πολιτικές που τις παράγουν. Μέτρο που θα αξιοποιηθεί για την κατάταξη των εκπαιδευτικών, για την κατάταξη των σχολείων σε λίστα, για την αξιολόγηση – κατηγοριοποίηση των σχολείων και για πιο σκληρά αντιεκπαιδευτικά μέτρα.

Εκπαιδευτικά προγράμματα  στο πλαίσιο συνεργασιών  με τρίτους φορείς, από επιχειρήσεις, ΜΚΟ και ό,τι άλλο,  με απόφαση του Διευθυντή και με όποιον φορέα αυτός κρίνει σκόπιμο, αποτελούν ένα ακόμη εργαλείο αυτονομίας με σαφή παρέμβαση στο περιεχόμενο της παρεχόμενης  γνώσης.

Η εκπαιδευτική αυτονομία σχετίζεται με την εγκαθίδρυση των αρχών της επιχειρηματικής  λειτουργίας στο  δημόσιο σχολείο, την ανταγωνιστική, εμπορευματοποιημένη  και ανταποδοτική  του λειτουργία. Με την εισαγωγή  στο νομοσχέδιο διατάξεων περί χορηγιών, «δωρεών» και «εσόδων»  αποδεικνύεται ότι το Υπουργείο Παιδείας και η πολιτεία σκοπεύει να απεγκλωβιστεί από τον «βραχνά» της υποχρέωσης για παροχή δημόσιας δωρεάν εκπαίδευσης στους μαθητές. 

Στο νομοσχέδιο προβλέπονται ρυθμίσεις που νομιμοποιούν  και επιβραβεύουν την  απλήρωτη εργασία με τη μορφή του εθελοντισμού στο πλαίσιο λειτουργίας εκπαιδευτικών ομίλων (άρθρο 84) και της διαρκούς επιμόρφωσης για την ενίσχυση του προσωπικού φακέλου του εκπαιδευτικού, εκτός διδακτικού ωραρίου. Ας μην ξεχνάμε ότι όλα αυτά προωθούνται στη νέα πραγματικότητα που διαμορφώνει ο νόμος Χατζηδάκη, με την  προσπάθεια διάλυσης των πρωτοβάθμιων σωματείων και την ανελέητη επίθεση στις συλλογικές διαδικασίες και τα συνδικαλιστικά δικαιώματα.

Ο κόσμος της εκπαίδευσης έχει ωστόσο αποδείξει εδώ και δεκαετίες ότι μπορεί να ανατρέπει και να ακυρώνει νομοσχέδια.

Το νέο νομοσχέδιο Κεραμέως εντάσσεται και υπηρετεί τις στρατηγικές στοχεύσεις όλων των προηγούμενων νομοθετημάτων της κυβέρνησης στα οποία το εκπαιδευτικό κίνημα με τους αγώνες του και εν  μέσω πανδημίας  έχει ταχθεί απέναντι και μάλιστα  του πρόσφατου  ν. 4692 οπότε το σύνολο του κλάδου  με το 97% και πλέον συμμετοχής του στην απεργία – αποχή έκλεισε αποφασιστικά τον δρόμο σε κάθε απόπειρα εφαρμογής της αξιολόγησης.

ΤΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΔΕΝ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΒΑΣΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ, ΔΕΝ ΒΕΛΤΙΩΝΕΤΑΙ ΚΑΙ ΔΕΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙΤΑΙ, ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΤΑΙ ΣΥΝΟΛΙΚΑ!

Προχωράμε:

  • σε Πανεκπαιδευτικό Συλλαλητήριο την Τετάρτη 28/7 στις 18:00 στη Βουλή
  • σε πολύμορφο αγώνα διαρκείας με συγκεντρώσεις, συλλαλητήρια, πλατιές ενημερώσεις και συσκέψεις  με γονείς.
  • Απαιτείται να ανοίξει από τώρα η συζήτηση στη μαχόμενη εκπαίδευση μέσα από Γενικές Συνελεύσεις, Επιτροπές Αγώνα, με αγωνιστικό πανελλαδικό συντονισμό πρωτοβάθμιων σωματείων για τον αγωνιστικό σχεδιασμό, με πολιτική γραμμή μαχητικής αντεπίθεσης και νίκης, με βασικό αίτημα το νομοσχέδιο αυτό να παρθεί πίσω!
  • Καλούμε το Δ.Σ. της ΔΟΕ να κηρύξει απεργία – αποχή από κάθε αξιολογική διαδικασία που προβλέπει το νέο ν/σχ καθώς και να πάρει κάθε μέτρο ακύρωσής του στην πράξη.

Είμαστε σε θέση μάχης για μια ακόμη φορά! Έχουμε τη δύναμη να ανατρέψουμε ξανά τα σχέδια τους!

Απαιτούμε από την κυβέρνηση να αποσύρει το νομοσχέδιο

Υπερασπίζουμε το δημόσιο σχολείο, το παιδαγωγικό μας ρόλο, τα μορφωτικά δικαιώματα των παιδιών και την εργασία μας.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *